δομισμός ή στρουκτουραλισμός

δομισμός ή στρουκτουραλισμός
Επιστημονική κατεύθυνση στον τομέα της γλωσσολογίας, της εθνολογίας και σε άλλους επιστημονικούς κλάδους, σύμφωνα με την οποία τα φαινόμενα που ερευνώνται από τους κλάδους αυτούς δεν παρατηρούνται μεμονωμένα, αλλά ως στοιχεία μιας δομής, δηλαδή σύμφωνα με τη λειτουργία που επιτελούν στο εσωτερικό του συστήματος στο οποίο ανήκουν. Στη γλωσσολογία και στην εθνολογία του 19ου και των αρχών του 20ού αι. κυριαρχούσε ένα συγκριτικό, κυρίως, ενδιαφέρον για τα φαινόμενα που συνιστούσαν αντικείμενο της έρευνας. Με άλλα λόγια, στόχος ήταν να γίνει γνωστό αν τα συμπεράσματα που διαπιστώνονταν ήταν συνάρτηση της επαφής, δηλαδή της μεταβίβασης ενός πολιτιστικού ή γλωσσικού στοιχείου από μια περιοχή σε άλλη, ή ακόμα οφείλονταν στη συγγένεια. Αντίθετα, κατά τις αρχές του 20ού αι. –ακολουθώντας αρχικά ανεξάρτητες κατευθύνσεις– εθνολόγοι, όπως o Φραντς Μπόας, ή γλωσσολόγοι, όπως o Φερντινάν ντε Σοσίρ, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι μια ανάλυση αυτού του είδους παρέλειπε σημαντικές διαστάσεις των φαινομένων που ερευνούσε: παρέλειπε, δηλαδή, την «αξία» τους. Η διαφορά των αξιών εξαρτάται από τη διαφορά του συστήματος μέσα στο οποίο εντάσσονται τα στοιχεία. Η απόκτηση αυτής της επίγνωσης συνετέλεσε ώστε γλωσσολόγοι και εθνολόγοι να επιδείξουν ολοένα μικρότερο ενδιαφέρον για τη σύγκριση μεταξύ μεμονωμένων στοιχείων που ανήκαν σε διαφορετικά συστήματα και να στραφούν στη μελέτη των στοιχείων που εξετάζονται σε αναφορά με την αξία τους. Από τους στρουκτουραλιστές, στον τομέα της πολιτιστικής ανθρωπολογίας μπορούν να μνημονευθούν Αμερικανοί ερευνητές όπως η Ρουθ Μπένεντικτ, ή Ευρωπαίοι, όπως o Κλοντ Λεβί Στρος· από τους γλωσσολόγους, μετά τον Σοσίρ, ο οποίος θεωρείται πατέρας του δ. όχι μόνο στη γλωσσολογία, πρέπει να αναφερθούν o Λ. Μπλούμφιλντ και ο Ζ. Χάρις στις ΗΠΑ, και οι Ν. Τρουμπετσκόι, Λ. Χίμσλεβ, Ρ. Γιάκομπσον, Α. Μαρτίνεθ, μεταξύ των Ευρωπαίων ή ευρωπαϊκής καταγωγής ερευνητών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • στρουκτουραλισμός — ο, Ν ο δομισμός, κοινή θεωρία και, ιδίως, η μεθοδολογία ορισμένων επιστημών τού ανθρώπου που στοχεύει στην προσέγγιση τών ανθρώπινων πραγμάτων, τα οποία αυτές μελετούν, ως ένα σύνολο αλληλοπροσδιοριζόμενων, βάσει γενικών κανόνων, στοιχείων στο… …   Dictionary of Greek

  • Κρίστεβα, Γιούλια — (Julia Kristeva, Σλίβνο, Βουλγαρία 1941 –). Γαλλίδα ψυχαναλύτρια, φιλόσοφος και κριτικός λογοτεχνίας, βουλγαρικής καταγωγής. Αρχικά σπούδασε γλωσσολογία στη Βουλγαρία, ενώ το 1966 συνέχισε τις σπουδές της στο Collège de France, στο Παρίσι.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”